Η πρώτη ημέρα του Συνεδρίου έκλεισε με μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συνεδρία όπου παρουσιάστηκαν τα «Προαπαιτούμενα για την αποτελεσματική διαχείριση της παχυσαρκίας», της οποίας προήδρευσαν κ. Νικόλαος Τεντολούρης, Καθηγητής Παθολογίας, Υπεύθυνος Διαβητολογικού Κέντρου, Α’ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική, Ε.Κ.Π.Α., Γ.Ν. Αθηνών «Λαϊκό», και ο κ. Γρηγόρης Ρίσβας, Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, Αντιπρόεδρος Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Συλλόγων Διαιτολόγων (EFAD).
Οι ομιλητές επισήμαναν τις ελλείψεις στους τομείς που άπτονται της διαχείρισης της πολυπαραγοντικής νόσου της παχυσαρκίας, ξεκινώντας από την εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας, τις προδιαγραφές και την πιστοποίηση χώρων και υπηρεσιών όπως τα ιατρεία παχυσαρκίας, αλλά και εξελίξεις όπως η κατάρτιση Κατευθυντηρίων Οδηγιών για τη διατροφική θεραπεία ασθενών με παχυσαρκία στην Ελλάδα, και καταλήγοντας σε μια χαρτογράφηση των ελλειμάτων που οδηγούν στα υψηλά ποσοστά παχυσαρκίας στα παιδιά-εφήβους και στους ενήλικες στη χώρα μας.
Εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας στη διαχείριση της παχυσαρκίας
Ο κ. Ευάγγελος Φουστέρης, Παθολόγος με εξειδίκευση στον σακχαρώδη διαβήτη, Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής, Ε.Κ.Π.Α., και Ιατρικός Διευθυντής της MEDOC, έλαβε πρώτος τον λόγο για να μιλήσει για την «Εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας στη διαχείριση της παχυσαρκίας». Ο κ. Φουστέρης υπογράμμισε αρχικά ότι η παχυσαρκία είναι νόσος και δεν αποτελεί ούτε επιλογή ούτε αδυναμία του χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, είναι μια χρόνια υποτροπιάζουσα νόσος, με γενετικό υπόβαθρο και νευρο-ορμονική διαταραχή στο ΚΝΣ. Πληροί τα κριτήρια για να αναγνωριστεί ως νόσος, δεδομένου ότι α) συνιστά διαταραχή τμήματος της φυσιολογικής λειτουργίας του σώματος, β) έχει χαρακτηριστικά σημεία και συμπτώματα και γ) επιφέρει συνέπειες, που κυμαίνονται από σωματικές βλάβες έως τον θάνατο. Απαιτεί αντιμετώπιση από μια διεπιστημονική ομάδα, στην οποία, εκτός από τους γιατρούς της πρωτοβάθμιας φροντίδας, θέση έχουν οι ψυχολόγοι, οι διαιτολόγοι, οι γυμναστές, οι νοσηλευτές/επισκέπτες υγείας, οι φυσιοθεραπευτές, οι καρδιολόγοι, οι ηπατολόγοι, οι ψυχίατροι, οι ορθοπεδικοί, οι πνευμονολόγοι και οι χειρουργοί.
Έτσι, λοιπόν, η σύγχρονη αντίληψη για την παχυσαρκία είναι ότι πρόκειται για μια σύνθετη χρόνια νόσο όπου ο υπερβάλλων ή δυσλειτουργικός λιπώδης ιστός αυξάνει τον κίνδυνο μακροπρόθεσμων επιπλοκών και μειώνει το προσδόκιμο επιβίωσης. Έχει ένα υψηλό ποσοστό γενετικής προδιάθεσης, στην οποία έρχονται να προστεθούν νευροβιολογικοί, κοινωνικοοικονομικοί και ψυχολογικοί παράγοντες, καθώς και το σημερινό παχυσαρκογόνο περιβάλλον. «Δεν πρέπει να δείχνουμε με το δάχτυλο και να λέμε φταις εσύ που είσαι παχύσαρκος», τόνισε ο κ. Φουστέρης, προσθέτοντας ότι αυτό θα πρέπει να γίνει αντιληπτό τόσο από τον κόσμο όσο και από τους επαγγελματίες υγείας. Η παχυσαρκία δεν αντιμετωπίζεται με απλές συστάσεις για λιγότερη κατανάλωση τροφής και περισσότερη κίνηση. Υπάρχουν συγκεκριμένοι στόχοι στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης των παραγόντων κινδύνου και των συννοσηροτήτων, της βελτίωσης της ποιότητας ζωής και της διατήρησης της μείωσης του σωματικού βάρους μετά την επίτευξή της, και οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να εκπαιδευθούν σε αυτούς τους στόχους.
Ο ομιλητής αναφέρθηκε στη συνέχεια στην πληθώρα συνεδρίων και διαδικτυακών μαθημάτων (webinars) που διατίθενται για την εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας στη διαχείριση της παχυσαρκίας, κάνοντας ειδική μνεία στις δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Μελέτη της Παχυσαρκίας (EASO), του Στρατηγικού Κέντρου για την Εκπαίδευση στην Επαγγελματική Αντιμετώπιση της Παχυσαρκίας (SCOPE), αλλά και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για την Κλινική Διατροφολογία και τον Μεταβολισμό (ESPEN).
Τέλος, ο κ. Φουστέρης πρόσθεσε ότι βρισκόμαστε σε μια μεταβατική περίοδο και παραλλήλισε την αλλαγή που επιχειρείται σήμερα στην αντίληψη για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας με αυτό που συνέβη στο παρελθόν για την αντιμετώπιση του διαβήτη. Κάποτε, οι οδηγίες για την αντιμετώπιση του διαβήτη ήταν απλές διατροφικές συμβουλές, ενώ σήμερα υπάρχουν εξειδικευμένα φάρμακα και αλγόριθμος θεραπείας. Το ίδιο θα πρέπει να γίνει και με την παχυσαρκία, η οποία δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με γενικές συμβουλές τύπου «χάσε βάρος», αλλά με φαρμακευτική αγωγή και με παραπομπές σε συγκεκριμένα προγράμματα από ειδικές υπηρεσίες.
Προδιαγραφές και πιστοποίηση χώρων και υπηρεσιών για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας
Στη συνέχεια, στην ομιλία της η κ. Γιούλη Αργυρακοπούλου, MD, MSc, PhD, Παθολόγος–Διαβητολόγος, Διευθύντρια Διαβητολογικής Μονάδας και Ιατρείου Παχυσαρκίας του Ιατρικού Κέντρου Αθηνών, επισήμανε κι αυτή με τη σειρά της ότι η παχυσαρκία είναι μια νόσος, για την αντιμετώπιση της οποίας απαιτείται ιατρική ακριβείας ή εξατομικευμένη ιατρική, στην οποία λαμβάνονται υπόψη οι διαφορές στα γονίδια, στο περιβάλλον και στον τρόπο ζωής των ανθρώπων. Όπως σε κάθε νόσο, πριν από τη θεραπεία απαιτείται διάγνωση, η οποία δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στον δείκτη μάζας σώματος, γιατί, όπως τόνισε η ομιλήτρια, «ο ΔΜΣ δεν λέει πάντα την αλήθεια», διότι λόγω της αξιοσημείωτης ετερογένειας της παχυσαρκίας, ο δείκτης αυτός δεν διακρίνει πάντα τον κίνδυνο μεταβολικών συννοσηροτήτων και επιπλοκών που σχετίζονται με την παχυσαρκία.
Έτσι, σε ένα εξειδικευμένο ιατρείο για την παχυσαρκία, θα πρέπει να υπάρχουν κατάλληλες συσκευές και όργανα για τη μέτρηση της λιπώδους μάζας και την ανάλυση της σύνθεσης του σώματος, όπως το δερματοπτυχόμετρο, η συσκευή ηλεκτρικής βιοεμπέδησης (ΒΙΑ) ή ο ζυγός-λιπομετρητής. Για την ιδιαίτερη περίπτωση της σαρκοπενικής παχυσαρκίας –μια κατάσταση που σχετίζεται με υψηλή νοσηρότητα και θνησιμότητα και στην οποία εκτός από τον υψηλό ΔΜΣ και την υψηλή λιπώδη μάζα, παρατηρείται και χαμηλή μυϊκή μάζα– απαιτούνται κάποια πρόσθετα εργαλεία, όπως το χειροδυναμόμετρο, το χειροκίνητο υδραυλικό δυναμόμετρο ή το ηλεκτρικό δυναμόμετρο, ενώ οι επαγγελματίες θα πρέπει να είναι εκπαιδευμένοι σε διάφορες δοκιμασίες αξιολόγησης, όπως το τεστ έγερσης από καρέκλα, η δοκιμασία ταχύτητας βάδισης και η δοκιμασία αξιολόγησης της κινητικότητας των κάτω άκρων και του κινδύνου για πτώσεις (TUG: Time Up and Go). Απαραίτητη επίσης για την αξιολόγηση του ασθενούς είναι η δυνατότητα μέτρησης της δαπάνης ενέργειας και του βασικού μεταβολικού ρυθμού (BMR), αλλά και παρακολούθησης της λεγόμενης μεταβολικής προσαρμογής, που παρατηρείται όταν ο ασθενής αρχίζει να χάνει βάρος.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε η κ. Αργυρακοπούλου στη συμπεριφορά που πρέπει να συναντά ένας ασθενής που απευθύνεται σε ένα ιατρείο παχυσαρκίας, η οποία πρέπει να είναι απαλλαγμένη από κάθε αίσθηση στίγματος, αλλά και στον τρόπο που πρέπει να είναι διαμορφωμένος ο χώρος προκειμένου ο ασθενής να αισθάνεται ευπρόσδεκτος και να νιώθει άνετα (φαρδιές πόρτες, άνετες και γερές καρέκλες, κατάλληλο εξεταστικό κρεβάτι, ειδική ζυγαριά, ειδική περιχειρίδα πιεσόμετρου).
Τέλος, η κ. Αργυρακοπούλου αναφέρθηκε στην 3ετή διαπίστευση των εξειδικευμένων κέντρων παχυσαρκίας που παρέχει το πρόγραμμα EASO Collaborating Centres for Obesity Management (COM), και επισήμανε πως πρόσφατα δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως οι προδιαγραφές που προβλέπονται για τη λειτουργία εξωτερικών ιατρείων παχυσαρκίας.
Κατευθυντήριες Οδηγίες για τη διατροφική θεραπεία ασθενών με παχυσαρκία
Κατόπιν, η κ. Μαρία Χασαπίδου, Καθηγήτρια στο Τμήμα Επιστημών Διατροφής και Διαιτολογίας του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος (ΔΙΠΑΕ) και Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Εξειδικευμένου Διαιτολογικού Δικτύου (ESDN) για την Παχυσαρκία του EFAD, αναφερόμενη στις «Κατευθυντήριες Οδηγίες για τη διατροφική θεραπεία ασθενών με παχυσαρκία», δήλωσε ότι η Ομάδα Εργασίας της Διατροφής και Διαιτολογίας της Συμμαχίας για την Καταπολέμηση της Παχυσαρκίας (action4obesity) ετοιμάζει σήμερα τις ελληνικές κατευθυντήριες οδηγίες για τη διατροφική θεραπεία της παχυσαρκίας για ενήλικες. Πρόκειται για ένα έγγραφο ομοφωνίας χρήσιμο σε φορείςχάραξης πολιτικής και επαγγελματίες υγείας, το οποίο βασίζεται στις αντίστοιχες οδηγίες του Καναδά αλλά και στις ευρωπαϊκές, προσαρμοσμένες στην ελληνική πραγματικότητα.
Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας και προκειμένου να διαπιστωθούν οι ανάγκες, οι στόχοι, τα κενά και οι διαφορές μεταξύ των χωρών της Ευρώπης, πραγματοποιήθηκε από την EFAD μια έρευνα σε επαγγελματίες υγείας κατά την περίοδο 2016-2021, με συμμετοχή περισσότερων από 13 χωρών. Η έρευνα έδειξε ότι ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των επαγγελματιών που απάντησαν ενδιαφερόταν για την απώλεια βάρους (5-15% του σωματικού βάρους), μόνο το 50% ενδιαφερόταν για τη βελτίωση των συννοσηροτήτων και της ποιότητας ζωής και μόλις το 10% ενδιαφερόταν για την παρακολούθηση της διατήρησης της απώλειας βάρους.
Έτσι, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές οδηγίες, η διατροφική θεραπεία, η οποία θα πρέπει να εφαρμόζεται από εκπαιδευμένους διαιτολόγους στο πλαίσιο μιας διεπιστημονικής ομάδας, θα πρέπει να στοχεύει, όχι μόνο στη μείωση του βάρους, αλλά και στη βελτίωση της υγείας. Η διατροφική θεραπεία βασίζεται στα πιο πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία και θα πρέπει να προσφέρεται σε όλους τους πολίτες που ζουν με παχυσαρκία. Οι διαιτολόγοι θα πρέπει να παρέχουν εξατομικευμένες παρεμβάσεις. Ο θερμιδικός περιορισμός είναι αποτελεσματικός για τη βραχυπρόθεσμη μείωση βάρους, αλλά για τη μακροπρόθεσμη συμμόρφωση θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη εναλλακτικές παρεμβάσεις που βασίζονται σε συγκεκριμένα διαιτητικά πρότυπα, στην ποιότητα των τροφίμων και στην ενσυνειδητότητα (mindfulness). Η μεσογειακή δίαιτα, η χορτοφαγική διατροφή, η δίαιτα DASH, η δίαιτα Portfolio, η Nordic Diet, η δίαιτα χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη έχουν σχετιστεί με βελτίωση στη μεταβολική υγεία, με ή χωρίς αλλαγές στο σωματικό βάρος.
Η Ευρωπαϊκή Εταιρεία για τη Μελέτη της Παχυσαρκίας (EASO) και η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Συλλόγων Διαιτολόγων (EFAD) έχουν δημοσιεύσει διάφορες συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις σχετικά με τη διατροφική αντιμετώπιση του υπερβάλλοντος βάρους και της παχυσαρκίας, και σήμερα διαθέτουμε πλέον πληθώρα στοιχείων για μια εμπεριστατωμένη και εξατομικευμένη διατροφική θεραπεία συγκεκριμένων ομάδων, κατέληξε η κ. Χασαπίδου. Δυστυχώς, για να υλοποιηθεί αυτό θα πρέπει να ξεπεραστούν ποικίλα εμπόδια, όπως η έλλειψη εργαλείων και πόρων, η έλλειψη συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων ειδικοτήτων και φορέων της πολιτείας, πολλές φορές η σύγκρουση συμφερόντων, αλλά και κάποιες παραδοσιακές και παγιωμένες πεποιθήσεις, καθώς και οι ανισότητες στην εκπαίδευση και την κοινωνικοοικονομική κατάσταση.
Διαχείριση της παχυσαρκίας στη Ελλάδα – Χαρτογράφηση των ελλειμάτων
Τέλος, η κ. Μαγδαληνή Μπριστιάνου, Παθολόγος-Διαβητολόγος, Διευθύντρια Παθολογικής Κλινικής, Υπεύθυνη Ιατρείου Διαβητικού ποδιού, Γ.Ν. Λαμίας, στην ομιλία της περιέγραψε τις συνθήκες που ευνοούν τα αυξημένα ποσοστά παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας και παχυσαρκίας των ενηλίκων στην Ελλάδα, καθώς και τα αίτια που τις προκαλούν. «Το 50% των ανθρώπων δεν τρώει φρούτα και λαχανικά, έχει εγκαταλείψει τη μεσογειακή διατροφή και προτιμά τα αναψυκτικά από το νερό», δήλωσε χαρακτηριστικά η κ. Μπριστιάνου.
Πιο αναλυτικά, η κ. Μπριστιάνου απέδωσε την παιδική και εφηβική παχυσαρκία σε παράγοντες όπως η αύξηση χρήσης των μηχανοκίνητων μέσων μεταφοράς (π.χ. για τη μετακίνηση στο σχολείο), η αύξηση των κινδύνων κυκλοφορίας για πεζούς και ποδηλάτες, η μείωση των ευκαιριών για σωματική δραστηριότητα, η αύξηση της καθιστικής ψυχαγωγίας, η μεγαλύτερη ποσότητα και ποικιλία τροφών πλούσιων σε θερμίδες, η αύξηση κατανάλωσης τροφίμων από εστιατόρια και καταστήματα fast-food, καθώς και το πιεστικό εκπαιδευτικό σύστημα, που δεν αφήνει χρόνο για φυσική δραστηριότητα. Η κ. Μπριστιάνου στηλίτευσε ιδιαίτερα την έλλειψη ικανοποιητικής ενημέρωσης των γονέων, αλλά και όλων των αρμόδιων φορέων σχετικά με την πρόληψη και την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και σχετικά με τον κατάλληλο χρόνο παραπομπής σε εξειδικευμένα κέντρα και πρότεινε τη δημιουργία συγκεκριμένων προγραμμάτων για αυτές τις ηλικιακές ομάδες (που θα πρέπει να επικεντρώνονται στην οικογένεια, στο σχολικό περιβάλλον, καθώς και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον των παιδιών και των εφήβων), καθώς και την εκπαίδευση των γονέων και την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε θέματα διατροφής, σωματικής δραστηριότητας και υγείας.
Σε ό,τι αφορά στους ενήλικες, η κ. Μπριστιάνου απέδωσε τα υψηλά ποσοστά παχυσαρκίας σε εσφαλμένες αντιλήψεις, π.χ. ότι η παχυσαρκία δεν είναι νόσος, η συμπεριφορά των ατόμων με πρόβλημα βάρους δεν μπορεί να αλλάξει, αλλά και σε παράγοντες όπως η έλλειψη χρόνου, η έλλειψη κατάλληλης ενημέρωσης και η έλλειψη υποδομών και εξειδικευμένων κέντρων παραπομπής. Επισήμανε επίσης ελλείψεις στον τομέα της κοινωνικής ενσωμάτωσης των ατόμων με προβλήματα διαχείρισης βάρους, καθώς τα άτομα αυτά δυσκολεύονται να εξυπηρετηθούν στα μέσα μαζικής μεταφοράς και έχουν μειωμένη προσβασιμότητα στους δημόσιους χώρους και υπηρεσίες, αλλά και στα ασθενοφόρα και στις δομές υγείας. Η κ. Μπριστιάνου πρότεινε ότι θα πρέπει να αναπτυχθούν καμπάνιες ενημέρωσης για τη σημασία του αυξημένου βάρους, με έμφαση στην υγιεινή διατροφή και τη σωματική δραστηριότητα, να προωθηθεί η εκπαίδευση των ιατρών/επαγγελματιών υγείας στη διαχείριση της παχυσαρκίας (σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο) και να ενταθεί η συμμετοχή της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στην καταπολέμηση της παχυσαρκίας. Επισήμανε, τέλος, την ανάγκη συμμετοχής των δήμων και κοινοτήτων στις προσπάθειες πρόληψης της παχυσαρκίας στον γενικό πληθυσμό, καθώς και την ανάγκη ίδρυσης ιατρείων παχυσαρκίας από επαγγελματίες υγείας με κατάλληλη εκπαίδευση.